«Η φιλανθρωπία στο Βυζάντιο και στη σύγχρονη εποχή, στην Ελλάδα»

Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογος-ιστορικός (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας από το Α.Π.Θ.) /Δ/ντρια 9ου Γυμνασίου  Τρικάλων.

Ζητήματα όπως οι κοινωνικές ανισότητες, ο αποκλεισμός, οι κοινωνικές ταραχές και ηκοινωνική πρόνοια όπως και  η Φιλανθρωπία στη Βυζαντινή Πολιτεία, σε αντίστιξη, σύγκριση και αντίθεση με τη σημερινή πραγματικότητα, μας ωθούν σε έντονο προβληματισμό για το αν αυτή η πραγματικότητα εξακολουθεί να συμπίπτει με το ιδανικό ενός αλλοτινού κόσμου. Άραγε, η φιλανθρωπία στο Βυζάντιο και στο σήμερα αποτελεί μια περίπτωση γόνιμης σύγκρισης αντιθέτων καταστάσεων ή μια συνθετική και παρεμφερής, ανάμεσα στις δύο εποχές καθιερωμένη, τρόπον τινά, παγιωμένη κοινωνική συνθήκη, όπου ο συνδετικός κρίκος-γέφυρα ανάμεσα στις δύο εποχές είναι η θρησκεία στην μορφή του Ορθόδοξου Χριστιανισμού;

Το νομικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης στη βυζαντινή κοινωνία στα κατώτερα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού ήταν αδύνατο να ξεπεραστεί. Η κοινωνική κινητικότητα στις κατώτερες τάξεις ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Για το μεγάλο πλήθος των φτωχών αστών, αγροτών και δούλων, η δυνατότητα να ξεφύγουν από τις συνθήκες που τους επιβάλλονταν ήταν ελάχιστη, αν όχι ανύπαρκτη, αποκλείοντάς τους έτσι τόσο από μια διέξοδο αναζήτησης ανόδου και ευμάρειας, όσο και από τη συμμετοχή στην καθεστηκυία τάξη και τη δυνατότητα μεταβολής της κοινωνικής δομής.
Δημιουργούνταν έτσι κοινωνικές ομάδες που υπέφεραν από τις ανισότητες της κοινωνικής κατανομής χωρίς να μπορούν να μεταβάλουν τη θέση τους. Περιοριζόμαστε εδώ στις πιο προφανείς κοινωνικές ανισότητες που είχαν να κάνουν με την οικονομική κατάσταση των Βυζαντινών, χωρίς να επεκταθούμε σε άλλες που είχαν να κάνουν με τη θρησκεία, την «εθνικότητα» ή το φύλο. Κι αυτό γιατί, παρόλο που κανείς διαβάζοντας τις πηγές μπορεί εύκολα να υποθέσει ότι παγανιστές, Εβραίοι, μοναχοί, ερημίτες και γυναίκες ήταν στο στόχαστρο του κοινωνικού αποκλεισμού, ο τρόπος που γινόταν καθώς και τα όριά του είναι δύσκολο να προσδιοριστούν ακριβώς.
Αυτό που είναι σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι η αντίδραση των ομάδων που υφίσταντο τις οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις της καθεστηκυίας τάξης εξαντλείτο με τη συμμετοχή τους στις όχι σπάνιες εσωτερικές ταραχές και εξεγέρσεις. Σ’ αυτές συνεργούσαν ποικίλοι παράγοντες, εθνικές, πολιτικές ή θρησκευτικές αντιθέσεις, των οποίων το ειδικό βάρος είναι δύσκολο να μετρηθεί μα ακρίβεια και να διαχωριστεί από τα οικονομικά ή κοινωνικά κίνητρα. Οι περιπτώσεις λαϊκών ταραχών ή εξεγέρσεων στα διάφορα κέντρα της αυτοκρατορίας στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο υπερβαίνουν τις ενενήντα. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, είχαν αυτό το σύνθετο χαρακτήρα. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά κάποιες, όπως ήταν οι ταραχές στην Καισάρεια γύρω στο 370-3, στην Αντιόχεια το 387 ή οι διάφορες εξεγέρσεις και στάσεις όπου πρωτοστατούσαν οι δήμοι των ιπποδρόμων των διαφόρων πόλεων με πιο γνωστό παράδειγμα τη Στάση του Νίκα.

Όπως υποδεικνύουν τα δεδομένα που έχουμε, η κοινωνική πρόνοια στο πρώιμο Βυζάντιο ήταν, σε σχέση με τον προηγούμενο ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, πιο εκτεταμένη, αλλά και διαφορετική ως προς την έννοια και την οργάνωση. Γινόταν όχι μόνο ιδιωτικά αλλά και σε οργανωμένα ιδρύματα και περιλάμβανε την έννοια της φιλανθρωπίας όχι μόνο προς ισότιμους συμπολίτες που βρίσκονταν σε ανάγκη, αλλά επίσης προς τις κατώτερες , μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής ή «εθνικότητας», αφού όλοι οι άνθρωποι θεωρούνταν «αδελφοί». Η αρχή αυτής της φιλοσοφίας βρίσκεται όχι μόνο στη χριστιανική διδασκαλία, αλλά και στη φιλανθρωπική και ανθρωπιστική δράση των ανθρώπων της Εκκλησίας των πρώτων χριστιανικών αιώνων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως όχι μόνο μοίρασε όλη την προσωπική του περιουσία στους φτωχούς της Αντιόχειας, αλλά και κήρυσσε παντού το ενδιαφέρον για τους «αδελφούς φτωχούς» με αποτέλεσμα μια σχετική εξισορρόπηση στην κοινωνική θέση φτωχών, δούλων και άλλων μη προνομιούχων πολιτών, που του απέδωσε το γνωστό χαρακτηρισμό, από το μελετητή J.B. Bury, του «σχεδόν σοσιαλιστή»!
Την Εκκλησία ακολουθούσε στη φιλανθρωπική της δράση και το Κράτος. Όλοι σχεδόν οι αυτοκράτορες και οι αυτοκράτειρες της Πρώιμης Βυζαντινής Περιόδου έλαβαν μέτρα-προσωπικά και νομοθετικά-και, σε συνεργασία με πλούσιους πολίτες-ευεργέτες, έφτιαξαν συγκεκριμένη υλική υποδομή για την εφαρμογή ενός προγράμματος ευρείας κοινωνικής πρόνοιας. Η υποδομή αυτή περιλάμβανε ένα φάσμα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων εκ των οποίων αρκετά μας είναι σήμερα γνωστά από τις πηγές. Νοσοκομεία είχαν ιδρυθεί στην Καισάρεια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιερουσαλήμ, την Έδεσσα της Συρίας, την Άμιδα και αλλού. Ξενώνες(άσυλα) υπήρχαν στην Έφεσο, στη Σκυθόπολη, την Ιεριχώ, την Ιερουσαλήμ, την Κωνσταντινούπολη, όπως επίσης και Γηροκομεία στην πρωτεύουσα και την Παλαιστίνη. Άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα, διάσπαρτα σε πολλές πόλεις της αυτοκρατορίας, ήταν βρεφοκομεία, ορφανοτροφεία, πτωχεία (πτωχοκομεία), αναμορφωτήρια για εκδιδόμενες γυναίκες, ξενοταφεία (χώροι στα νεκροταφεία για την ταφή απόρων), τυφλοκομεία και άλλα.

Η βυζαντινή κοινωνία ήταν μια πατριαρχική κοινωνία και μάλιστα αρκετά συντηρητική ώστε να έχει θεσμοθετήσει συγκεκριμένους ρόλους για τους άνδρες και τις γυναίκες (και για το «τρίτο κοινωνικό φύλο», τους ευνούχους) τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια ζωή. Οι θεσμοί αυτοί ήταν δεσμευτικοί, όχι όμως με απόλυτο τρόπο, αφού πολλές φορές η πραγματικότητα που μας παραδίδουν τα κείμενα είναι κάπως διαφορετική. Η πατριαρχία ήταν στην πράξη λιγότερο ασφυκτική μέσα από την υπαρκτή διέξοδο της βυζαντινής γυναίκας να μην αφοσιωθεί σε μια οικογένεια και ένα σύζυγο αλλά να ζήσει σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι αφιερώνοντας τη ζωή της στο Θεό. Ο αποκλεισμός των γυναικών από τη δημόσια ζωή μπορούσε να σπάσει σε κάποιες περιπτώσεις όπου αυτές ήταν αναγκασμένες από τα πράγματα να ενισχύσουν οικονομικά τα σπίτια τους, είτε στις αγροτικές κοινότητες, είτε στις πόλεις, ασκώντας ένα βιοποριστικό επάγγελμα. Και βέβαια δεν ήταν λίγες οι ξεχωριστές προσωπικότητες βυζαντινών γυναικών που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή της δικής τους εποχής αλλά και στο μέλλον του Βυζαντίου, είτε ήταν απλές γυναίκες του λαού, όπως η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, είτε ήταν εξέχουσες εκπρόσωποι της αυτοκρατορικής αυλής ή της αριστοκρατίας, όπως η αυτοκράτειρα Ελένη, η Ιουλιανή Ανικία, η ΓάλλαΠλακιδία και άλλες. Όμως και οι ευνούχοι, ως ξεχωριστή κοινωνική κατηγορία, είχαν ένα υπαρκτό και σημαντικό ρόλο.

 

Και στο μεταμοντέρνο σήμερα τι συμβαίνει; Υπό κανονικές συνθήκες, ένα σύγχρονο κράτοςδικαίου αστικής, αντιπροσωπευτικής  δημοκρατίας, μεσοβαρή πολιτική πρόνοιας και κοινωνικής προστασίας, δενθα έπρεπενα προβάλλει τηνφιλανθρωπία ως αναγκαία, ούτετηφροντίδα προςτον αδύναμοως ιδιωτική και μόνον υπόθεση. Κακώςμιλούνοι πολιτικοί για πρόνοια προςτον αδύναμο υπό τη μορφή φιλανθρωπίας που αναπληρώνει τις ελλείψεις του κράτους μέσω ιδιωτικών χορηγών. Αυτό φανερώνει τηδική τους έλλειψηπραγματικήςπολιτικήςσκέψηςκαι αληθινήςκοινωνικήςευαισθησίας.

Τα πράγματα θα έπρεπενα ήταν απλά σε αυτόν τον τομέα. Είσαι φοιτητής;  Είσαι θύμα φυσικήςκαταστροφής;  Είσαι μονογονεϊκήοικογένεια;  Είσαι άνεργος; Δικαιούσαι κρατικής στήριξης και ενίσχυσης.

Τι σημαίνει πρόνοια και φροντίδα προςτον αδύναμο; Έχουν κατανοήσει την έννοια αυτή οι πολιτικοί μας; Γιατί κάποιοςνα χαρακτηρίζεται αδύναμοςμέσα από «φιλανθρωπικό»πρίσμα και μεελιτίστικες αναφορές; Γιατί να διαχωρίζονταιμε βάση αποκλειστικά οικονομικά κριτήρια οι πολίτες; Γιατί να δίνεται τοδικαίωμα σεπολιτικούςνα παριστάνουντουςευαίσθητουςκαι τουςφιλάνθρωπους; Τι σχέση έχουν όλα αυτά μεμια πολιτεία δικαίου;

Η σύγχρονηπολιτεία οφείλει να προνοεί για όλους. Ησωστή πολιτεία δενκάνει φιλανθρωπίεςούτεμιλάει μέσωτωνεκπροσώπωντηςγια δυνατούςκαι αδύναμους. Ησωστή, σύγχρονη, δημοκρατικήπολιτεία δημιουργεί πλαίσιοπρόνοιαςγια όλους. Φροντίζει ώστενα μην υπάρχουνπάμφτωχοι, άστεγοι, αβοήθητοι. Καλύπτει επείγουσες ανάγκεςπροτού αυτέςμείνουν ακάλυπτες.Ηπολιτεία δημιουργεί θεσμούςκαι κανόνεςγια κάθεπερίσταση, που τηρούνται και εφαρμόζονται, είτεείσαι δυνατόςείτε αδύναμος, είτεμικρόςείτεμεγάλος, είτεπλούσιοςείτεφτωχός, είτεσήμερα είσαι καλά είτε αύριο άσχημα. Και δενεπιτρέπει να γίνονται όλα εική και ως έτυχε για να έρχεται μετά να παριστάνειτο φιλάνθρωπο.

Ίσως, όσοι Έλληνες έχουνζήσει σεχώρες όπωςηΟλλανδία, ηΔανία, ηΣουηδία και άλλες, μπορούννα καταλάβουντηδιαφορά πολιτείαςκαι «πολιτείας», κράτουςπρόνοιαςκαι κράτουςευνοιοκρατίας, αναξιοκρατίας, άνωθεν παρεμβάσεων και, εν τέλει κοινωνικής αδικίας.

 

Σχετικές δημοσιεύσεις